Τα μοιραία λάθη που οδήγησαν την αστυνομία στα ίχνη τους
Μετά από 18 ώρες ομηρίας ο μικρός Βαγγέλης αφέθηκε ελεύθερος από τους
απαγωγείς του σε ερημική τοποθεσία στη Δροσιά Ευβοίας και επέστρεψε στην
αγκαλιά των γονιών του.
Ο εφιάλτης του τελείωσε και μαζί του και η...
αγωνία της οικογένειας του, των συμμαθητών του και όλων των κατοίκων της
Χαλκίδας.
Ωστόσο για τους αστυνομικούς, η εξιχνίαση της υπόθεσης απαγωγής του
βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Αστυνομικοί της Ασφάλειας Χαλκίδας μαζί με
συναδέλφους από την Αθήνα έχουν επιδοθεί σε αγώνα δρόμου για τον
εντοπισμό και τη σύλληψη των δραστών που άρπαξαν το μαθητή το πρωί της
Πέμπτης λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι του, την ώρα που πήγαινε στο
σχολείο για να δώσει εξετάσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες της Espresso, οι απαγωγείς του από την πρώτη
στιγμή που τον έπιασαν και τον επιβίβασαν σε ένα λευκό βαν μέχρι και τη
στιγμή που τον απελευθέρωσαν, υπέπεσαν σε αρκετά μοιραία λάθη.
Αρχικά, την ώρα που ένας εκ των κουκουλοφόρων άρπαζε το μαθητή και τον
έβαζε με δύναμη στο αυτοκίνητο, δεν κατάλαβε ότι του είχε πέσει στην
άσφαλτο το καπάκι από το κινητό του τηλέφωνο, ενώ δεν είχε φροντίσει να
καλύψει και τόσο καλά τα χαρακτηριστικά του. Το κομμάτι από το κινητό
έχει μπει στο μικροσκόπιο των αστυνομικών για αποτυπώματα και γενετικό
υλικό.
Εκτός όμως από αυτό, ένα ακόμη λάθος στο οποίο υπέπεσαν οι δράστες είναι
το γεγονός ότι επί μια εβδομάδα πριν από την απαγωγή τηλεφωνούσαν στο
σπίτι της οικογένειας και απειλούσαν τον πατέρα του 15χρονου.
Ο ίδιος θεώρησε ότι επρόκειτο για κακόγουστη φάρσα και έτσι δεν
ενημέρωσε τις Αρχές. Από τη στιγμή της απαγωγής μέχρι και μια περίπου
ώρα πριν ο μικρός αφεθεί ελεύθερος οι κακοποιοί τηλεφώνησαν συνολικά
τέσσερις φορές στον πατέρα.
Στο πρώτο τηλεφώνημα ζήτησαν το ποσό των 3 εκατομμυρίων ευρώ ως λύτρα
για να αφήσουν ελεύθερο το παιδί του και έπειτα τηλεφώνησαν για να
διαπραγματευτούν.
Τελικά, όπως έγινε γνωστό, άφησαν το παιδί ελεύθερο χωρίς να πάρουν απολύτως τίποτα.